Τρίτη 13 Ιουλίου 2021

Για την απαξίωση του Δημοτικού Κινηματογράφου Κήπος

 


Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης

Η απαξίωση του Δημοτικού Κινηματογράφου Κήπος (θερινό) στα Χανιά είναι συντριπτική. Η αποκλειστική επιλογή ταινιών της πρόσφατης κινηματογραφικής παραγωγής (μπλοκμπάστερ) και η συμπερίληψη ταινιών μόνο για παιδιά, έχει εξορίσει στο «άγνωστο κι ακόμα παραπέρα»* την προβολή παλαιότερων έργων, από αυτά που κάθε καλοκαίρι επανεκδίδονται για προβολή στα θερινά σινεμά. Επίσης, έχουν αποκλειστεί ταινίες από χώρες εκτός της Αμερικής ενώ παράλληλα δεν προβάλλονται ούτε οι σύγχρονες ευρωπαϊκές παραγωγές.

Η ευθύνη για όλα τα παραπάνω βαραίνει την παρούσα δημοτική αρχή και τους υπεύθυνους της ΚΕΠΠΕΔΗΧ ΚΑΜ, που στο όνομα μιας κίβδηλης νεωτερικότητας επιβάλλει στο σινεμά της πόλης μας τα δικά της ιδεολογήματα περί πολιτισμού, την fastfood κινηματογραφική κατανάλωση και την ελαχιστοποίηση κάθε κοινωνικής αιχμής από τις προβολές του θερινού σινεμά. Δυστυχώς, οι υπεύθυνοι παραβλέπουν ότι ένα θερινό σινεμά και συγκεκριμένα ένα δημοτικό, θερινό σινεμά, αποτελεί ένα κέντρο σύνδεσης, μνήμης και μαθητείας του κοινού με την παλαιότερη κινηματογραφική παραγωγή καθώς και με ταινίες έκτος του κερδοσκοπικού κυκλώματος. Όλο αυτό είναι κάτι που καταστρατηγούν με επιδεικτική άνεση αντί να το διατηρήσουν.

Κάποιες δειλές επιλογές νεότερων ταινιών (το οσκαρικό Nomadland, ο Ράφτης, ο Μυστικός Πράκτορας, ο Αόρατος Άνθρωπος), το πρόγραμμα που παρουσιάζει σε επιλεγμένες μέρες η Κινηματογραφική Λέσχη του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων καθώς και το 11ο Dance Days Chania είναι στο σωστό δρόμο για ένα θερινό σινεμά που συνδέει το χθες με το σήμερα αλλά, δυστυχώς, δεν αρκούν…

Βέβαια, αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, ακόμα και με τον τωρινό σχεδιασμό προβολών οι, ανύπαρκτες για φέτος, επανεκδόσεις παλιότερων ταινιών θα μπορούσαν να συμβαδίσουν με τις πρόσφατες παραγωγές και με τα κινούμενα σχέδια.** Οι μεγάλες επιτυχίες του κινηματογράφου των τελευταίων τριών δεκαετιών θα μπορούσαν να έχουν τη θέση που τους αξίζει, επίσης. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει να υπάρχει θέληση κι ένα σχέδιο προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Το κέρδος από μια τέτοια εναλλακτική επιλογή θα ήταν πολλαπλό.

Δηλαδή, για το όνομα του Γκοντάρ και του Χίτσκοκ, στις τρεις μέρες που παρουσιάστηκε η χιλιοπαιγμένη από τα τοπικά σινεμά και την τηλεόραση, Ευτυχία (μια σύγχρονη, ελληνική κινηματογραφική επιτυχία) ή στις αντίστοιχες μέρες που θα προβληθεί το τελευταίο Fast & Furious ούτε μία δεν βρέθηκε για τη Νύχτα Πρεμιέρας / Opening Night του Τζον Κασσαβέτης ή για τη Συνομιλία / The Conversation του Φράνσις Φορντ Κόπολα;***

Τέλος, στην πιθανότητα να υπάρχει η άποψη ότι οι παλιές ταινίες δεν έχουν κοινό, αρκεί να σας πληροφορήσω ότι στην προβολή του Notorious του Άλφρεντ Χίτσκοκ την περασμένη Τετάρτη ο χώρος στον Κήπο ήταν γεμάτος από κόσμο μεγαλύτερων καθώς και νεότερων ηλικιών.

Το κερασάκι στην τούρτα αποτελεί η κατάργηση, από πέρσι το καλοκαίρι, της ελεύθερης εισόδου για τα άτομα με αναπηρία, τους άνεργους και για τους άνω των 65 ετών.Μάλιστα, η είσοδος από το 1€ πέρσι το καλοκαίρι, φέτος αυξήθηκε στα 2€. Ναπεριμένουμε ότι του χρόνου θα αυξηθεί κι άλλο η τιμή; Όπωςκαι να έχει, όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν ότι γιαορισμένους η κοινωνική ευαισθησία είναι καλή για φωτογραφίες στο Instagram αλλά όχι ώστε να διατηρηθεί μια στοιχειώδης μέριμνα για αυτές τις ομάδες συμπολιτών μας.

* Φράση του αστροναύτη Buzz Lightyear από την εμβληματική σειρά ταινιών κινουμένωνσχεδίων ToyStory.

** Ένα θερινό σινεμά οφείλει να περιλαμβάνει ένα από τα παλιότερα κινηματογραφικά είδη όπως είναι τα κινούμενα σχέδια αλλά, κατά τη γνώμη μου, όχι σε βάρος άλλων σινεφίλ επιλογών.

*** Αναφέρω ενδεικτικά δυο νέες επανακυκλοφορίες.


 Αγώνας της Κρήτης  (13/7/2021)

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Μαϊκ Μπάρτλετ: “Χιονονιφάδα” – Μια επίκαιρη και διδακτική χριστουγεννιάτικη ιστορία από την Αγγλία του Brexit (στο Θέατρο Κυδωνία)

 


Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης

Θα ξεκινήσω το σημείωμα μου με αυτό. Η Εταιρεία Θεάτρου Μνήμη και το Θέατρο Κυδωνία αποτελούν μια όαση στα θεατρικά και πολιτιστικά πράγματα της πόλης μας (Χανιά). Αλλά είναι και κάτι περισσότερο, καθώς αναζητώντας σύγχρονα θεατρικά έργα που βρίσκονται στην αιχμή των εξελίξεων στην Ευρώπη και στον κόσμο γενικότερα (Λαμπεντούζα, Κατεστραμμένο Δωμάτιο, Άγγελέ μου, κ.α.) η Εταιρεία Θεάτρου Μνήμη καταφέρνει να χτίζει ένα πιστό θεατρικό κοινό που δεν αμελεί με τη σειρά του να στηρίζει και να ενισχύει τις επιλογές της είτε είναι θεατρικές παραστάσεις, πάντα πρωτότυπες και άκρως ενδιαφέρουσες, είτε άλλου τύπου πολιτιστικές εκδηλώσεις. Με τη σειρά της πάλι, συνεχίζει να μας παρουσιάζει έργα αιχμής που προβληματίζουν αλλά και ψυχαγωγούν τον θεατή χωρίς να γίνονται αισθητικές ή ιδεολογικές παραχωρήσεις και ευκολίες.

Ένα τέτοιο έργο αιχμής αποτελεί και η χριστουγεννιάτικη παράσταση “Χιονονιφάδα” (Snowflake, 2018) του Μαϊκ Μπάρτλετ που παρουσιάζεται αυτές τις μέρες, σε πρώτη πανελλαδική προβολή στην πόλη μας, στο Θέατρο Κυδωνία σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Βιρβιδάκη. Έξυπνο, βαθιά συγκινητικό αλλά και με διακριτό χιούμορ είναι ένα έργο που έχει πράγματα να μας πει αλλά κυρίως να διδάξει: για το χάσμα των γενεών που είναι ένα πολύμορφο πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό χάσμα, για τη σχέση γονιών και παιδιών και για τις απαιτήσεις -σωστές ή λανθασμένες- που μπορεί να έχει ένας πατέρας για το παιδί του κι αντίστροφα, για την επιρροή της τεχνολογίας και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, για την Αγγλία του Brexit. Γενικότερα, η “Χιονονιφάδα” ανοίγει ζητήματα που μας απασχολούν κι εδώ, στη χώρα μας, αλλά δεν είναι ένα βαρύ έργο. Δεν χρειάζεται να είναι. Ούτε είναι ένα ανάλαφρο έργο όπως οι συνηθισμένες αμερικάνικες ή/και βρετανικές κομεντί με τις οποίες μας βομβαρδίζει τέτοιες γιορτινές μέρες η τηλεόραση όπου εξαφανίζεται κάθε κοινωνική αιχμή για να ειπωθούν στεγνές κι ανούσιες ιστορίες, με εύκολη, σχεδόν ηλίθια, επίκληση στο συναίσθημα όπου το μόνο που χρησιμεύουν είναι για να περάσει κάποιος την ώρα του, λαμβάνοντας όμως όλα τα λάθος μηνύματα. Στη “Χιονιφάδα” συμβαίνει το αντίθετο, ίσως και κάτι περισσότερο, καθώς από τη μία πλευρά αναδεικνύεται ότι οι προσωπικές μας επιλογές δεν μένουν ανεπηρέαστες από την ευρύτερη συγκυρία και από την άλλη ότι ένας μικρός συμβιβασμός ίσως είναι αναγκαίος μεταξύ δύο αντιμαχόμενων(;) πλευρών που αναγνωρίζουν πως τους ενώνουν πολλά περισσότερα από όσα τους χωρίζουν.

υπόθεση του έργου είναι απλή, στα χέρια ενός άλλου δημιουργού θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια από τις ανούσιες κομεντί που αναφέρω πιο πάνω, αλλά ουσιαστική. Η πρώτη πράξη ξεκινάει με ένα μονόλογο, όπου παρουσιάζεται ο Άντυ ένας μεσήλικας που του αρέσουν τα τηλεοπτικά προγράμματα παλαιότερων εποχών. Η γυναίκα του έχει πεθάνει από μια ανίατη αρρώστια πριν χρόνια και η κόρη του έχει φύγει από το σπίτι στα δεκαοκτώ της, χωρίς να εξηγήσει ποτέ το λόγο. Από τότε έχουν περάσει δύο χρόνια και δεν έχει δώσει σημεία ζωής. Φέτος, όμως, ο Άντυ μαθαίνει πως κάποιοι την είδαν στα πέριξ κι ελπίζει πως η κόρη του (Μάγια) θα γυρίσει σπίτι τα Χριστούγεννα που πλησιάζουν. Νοικιάζει απ’ την κοινότητα τον χώρο εκδηλώσεων, τον στολίζει γιορταστικά και την περιμένει να φανεί. Και ενώ ως πατέρας προσπαθεί να φανταστεί τους λόγους που την έκαναν να ρίξει μαύρη πέτρα πίσω της, εκφράζοντας ταυτόχρονα τις δικές του κοινωνικές απόψεις, που είναι χαρακτηριστικές ανθρώπου κάποιας ηλικίας, με όλες τις προκαταλήψεις, αλλά και τη σοφία της γενιάς του, ένα άγνωστο κορίτσι (Νάταλι), που είναι ακριβώς στην ηλικία της κόρης του, εμφανίζεται στην αίθουσα. Σ’ αυτό το σημείο ξεκινάει η δεύτερη πράξη όπου ο καθένας από τους συντελεστές έρχεται αντιμέτωπος με τα δικά του φαντάσματα των Χριστουγέννων… Ίσως το μεγαλύτερο φάντασμα απ’ όλα, και στη δεδομένη στιγμή, να είναι το ίδιο το Brexit που στο έργο του Μαϊκ Μπάρτλετ παρουσιάζεται ως επιλογή των παλιότερων γενιών, την ίδια ώρα που η απελευθερωμένη νεολαία επιλέγει την Ευρωπαϊκή Ένωση. (Είναι έτσι όμως; Θα έλεγα, ότι σε ένα βαθμό, ισχύει μάλλον το αντίθετο. Δηλαδή ότι η ΕΕ δεν αποτελεί ένα πρότυπο απελευθέρωσης αλλά ένα καταπιεστικό μηχανισμό κι ότι το Brexit δεν ήταν μια επιλογή αποκλειστικά των παλιότερων γενιών, είναι μια πιο σύνθετη ιστορία. Αλλά δεν θα επεκταθώ).

Συμπερασματικά, η “Χιονιφάδα” είναι μία θεατρική παράσταση που αξίζει να παρακολουθήσεις. Ίσως σε κάποιο σημείο οι πρωταγωνιστές της να σου φανούν μονόπλευροι, χωρίς περιθώρια ελιγμών, αλλά δεν είναι. Βαθύτεροι πόνοι κι ανησυχίες τους διακατέχουν ή/και τους κατατρέχουν, αλλά γνωρίζουν κατά βάθος ότι χρειάζεται να επικοινωνήσουν ο ένας με τον άλλο, βάζοντας στην άκρη τον εγωισμό τους, ώστε να δεχτούν να αλλάξουν και να αλλάξουν τις κλειδωμένες καρδιές τους για να πάνε μπροστά. Σίγουρα, σε κάποιο άλλο σημείο θα ταυτιστείς με τους ήρωες ή τουλάχιστον με κάποιες θέσεις ή συνήθειες τους και θα καταλάβεις ότι για να αποφεύγονται οι διαπροσωπικές συγκρούσεις χρειάζεται ο διάλογος και η επικοινωνία αντί της απομόνωσης, της φυγής ή και της επιβολής της γνώμης σου πάνω στον άλλο. Και οπωσδήποτε θα προβληματιστείς με όλα τα παραπάνω. Αλήθεια, τι θα έκανες εσύ σε μια τέτοια περίπτωση; Πως θα την αντιμετώπιζες; Με αυτές ακριβώς τις σκέψεις έφυγα από την παράσταση.

Αυτή είναι και η σημαντικότερη συνεισφορά του έργου. Κι ο Μαϊκ Μπάρτλετ το καταφέρνει αυτό με μαστοριά, όπως το κάνουν κι οι συντελεστές της ελληνικής απόδοσης της “Χιονονιφάδας”. Χαίρεσαι να βλέπεις τον έμπειρο Μιχάλη Βιρβιδάκη στον ρόλο του μεσήλικα Άντυ που αγωνίζεται να βρει διέξοδο στην αγωνία του ως πατέρας και μπροστά σ’ ένα κόσμο που αλλάζει, χαίρεσαι με την μαχητική Μαρία Γιαννικάκη στον ρόλο της εξεγερμένης κι απόλυτα συνειδητοποιημένης για την ταυτότητας της Μαρίας που αποζητά την πατρική αναγνώριση και τον σεβασμό, απολαμβάνεις την εμπνευστική Έβελιν Σαγώνα ως Νάταλι που αγωνίζεται και καταφέρνει όχι απλώς να ενώσει ξανά τον πατέρα με την κόρη κι αντίστροφα αλλά που φέρνει παράλληλα το φως και μια άλλη ποιότητα σε μια ταραγμένη σχέση.Η επιλογή του ονόματος της ηρωίδας, του σημαντικότερου προσώπου του έργου, δεν είναι τυχαία. Η ουσιαστική παρέμβαση της στην “Χιονονιφάδα” το αποδεικνύει. (Για τους πιο υποψιασμένους, το ίδιο το όνομα της που έχει λατινική ρίζα αποκαλύπτει και τον ρόλο της σ’ αυτό το δράμα. Υπενθυμίζω λοιπόν, ότι κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του “αηττήτου ηλίου” στις 25 Δεκεμβρίου, γνωστή ως Dies Natalis Solis Invicti, γιορταζόταν στην αρχαία Ρώμη, το γεγονός της τροπής του ηλίου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό κι έτσι οι ημέρες να γίνονται όλο και πιο μεγάλες).

Θα κλείσω εδώ αυτό το σημείωμα. Για εσένα που δεν πρόλαβες να παρακολουθήσεις αυτή τη χριστουγεννιάτικη ιστορία υπάρχει ακόμα καιρός. Θα το δεις, θα βγεις πολλαπλά ωφελημένος στη συνέχεια.

Αγώνας της Κρήτης  (3/1/2020)