Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

El3ven: Η χειροποίητη μουσική της Φένιας Χρήστου

 

Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης

Άλλη μια πολύ όμορφη μουσικοποιητική βραδιά με τη μουσικό Φένια Χρήστου στον υπέροχο αίθριο χώρο του θεάτρου Κυδωνία στα Χανιά είχαμε την τύχη να απολαύσουμε το βράδυ της Δευτέρας στις 16 Ιουλίου. Γνώριμη πια φίλη τόσο του θεάτρου Κυδωνία, όσο και της πόλης μας, απλόχερα μας πρόσφερε μια βραδιά γεμάτη με ποίηση και μουσική που πιστεύω ότι σηματοδοτεί την αφετηρία για ένα πολύ όμορφο μουσικό και ποιητικό ταξίδι στη συνέχεια.

Η βραδιά χωρισμένη σε δύο μέρη, ξεκίνησε με την ακρόαση, πρώτη πανελλαδικά στην πόλη μας, του δίσκου El3ven της Φένιας Χρήστου (κυκλοφορεί από τον Μετρονόμο) στον εσωτερικό χώρο του θεάτρου ενώ στο δεύτερο μέρος, στον αίθριο χώρο και στο απλό και λιτό σκηνικό της παράστασης «Άγγελε μου» του Χένρι Νέιλορ που παρουσιάζεται αυτό το καλοκαίρι, συνέχισε με την παρουσίαση των μελοποιήσεων της πάνω σε ποιητικές δημιουργίες του Άγγελου Σικελιανού και του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη καθώς και των Χανιωτών ποιητών Λεωνίδα Κακάρογλου, Κώστα Κουτσουρέλη, Ελένης Μαρινάκη κ.α.

Μια απαιτητική διαδικασία μουσικής μύησης


Ο δίσκος της Φένιας Χρήστου αποτελείται από 12 συνθέσεις: 6 ορχηστρικά κομμάτια, δύο μελοποιήσεις ποιημάτων του Καβάφη (Σύγχυσις, Τρόμος) και 4 τραγούδια, πάνω στα οποία δούλεψε εντατικά για πέντε χρόνια, από τις ενορχηστρώσεις μέχρι την παραγωγή. Η ίδια η δημιουργός στο εισαγωγικό σημείωμα του δίσκου αναφέρει ότι «Το El3ven αποτελεί μία βαθιά προσωπική καταγραφή του τρόπου αντίληψής μου μέσω του ήχου. Η σύλληψη αυτής της ιδέας ήρθε το 2011-2013 και εξελίχθηκε σταδιακά μέσα στα χρόνια. Η φιλοσοφία μου απέναντι στα πράγματα, δε συμφωνεί με το εφήμερο, το βιαστικό. Η δημιουργία είναι περισσότερο μια διαδικασία: μια γέννα άλλοτε επίπονη, δύσκολη, βασανιστική, όπως ο «Τρόμος», κι άλλοτε ανακουφιστική, όπως το «Μηδέν».»

Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο. Θα συμπληρώσω μάλιστα ότι η διαδικασία της ακρόασης του δίσκου, διάρκειας περίπου μιας ώρας, αποτέλεσε μια απαιτητική διαδικασία μουσικής μύησης και μια πρωτόγνωρη εμπειρία για όλους τους συμμετέχοντες. Παράλληλα ήταν και μία πετυχημένη απόπειρα-οδηγός για να ακούμε μουσική πέρα από τους γρήγορους και πάντα βασανιστικούς ρυθμούς της καθημερινότητας. Ή όπως είπε η ίδια η Φένια «για να μάθουμε να ακούμε ένα δίσκο παρέα».


Θα έλεγα, και όσο αφορά εμένα προσωπικά και καθώς δεν μπορώ να γνωρίζω τις συνήθειες όλων όσων συμμετείχαν στην παρουσίαση, πως όταν ακούω μουσική πάντα κάνω και κάτι άλλο παράλληλα – τρώω, διαβάζω εφημερίδα, χαζολογώ δεξιά κι αριστερά, σερφάρω στο ίντερνετ – χωρίς πολλές φορές να αντιλαμβάνομαι την εναλλαγή των κομματιών, χωρίς καν να νιώθω το νόημα των στίχων. Θα χρειαστεί πάντα μια δεύτερη ή και τρίτη επανακρόαση. Αν πω λοιπόν, ότι δεν… ζορίστηκα στα πρώτα λεπτά της ομαδικής συνακρόασης, θα πω ψέματα! Βλέπετε, μαθημένος κι εγώ σε γρήγορους ρυθμούς, είδα ότι σε αυτή την περίπτωση χρειάζεται μια άλλη αντιμετώπιση κι όχι η γρήγορη κι η ευκαιριακή που συνηθίζω να έχω.

Μια αντιμετώπιση, αργή κι υπομονετική, τόση για να μπορέσουμε να ανακαλύψουμε τις μουσικές δημιουργίες της Φένιας χωρίς βιασύνη, όπως ακριβώς η ίδια δούλεψε όλα αυτά τα χρόνια. Με μελέτη και υπομονή. Η δυσκολία μου, όπως είναι προφανές, κράτησε για πολύ λίγο καθώς τα τραγούδια και τα ορχηστρικά κομμάτια του El3ven ξεκίνησαν να φέρνουν στην επιφάνεια τις αρετές τους και να μας αποκαλύπτουν ένα νέο, άγνωστο κόσμο. Ένα κόσμο άγριο, βαθύτατα αισθαντικό και σκληρά σωματικό, σκοτεινό (Το νανούρισμα του Δαίμονα) αλλά και με αιχμές φωτός, ρομαντικό, ερωτικό και ερωτευμένο (Μοίρα μου και πεπρωμένο), βαθιά μυσταγωγικό και κοινωνικά προβληματισμένο κι οργισμένο όπως στο τραγούδι Παράκληση (Στο Αιγαίο επιπλέουν νεκρά παιδιά / τι γίνεται τώρα δυνατοί άντρες;), με μουσικές καταγραφές και σε απόδοση που εντυπωσιάζει και που, ναι, ξεφεύγει από τα συνηθισμένα, τα εύκολα και τα γρήγορα.

Η ανάγκη για αυτού του είδους την έκφραση είναι που οδήγησε μάλιστα την ίδια τη δημιουργό να έρθει σε επαφή με τα κατώτερα ένστικτα της και με την άγρια φύση της ώσπου να αντιληφθεί εκ νέου, με ωριμότητα και σοβαρότητα, τον εαυτό της και τον κόσμο. Και αυτό, σαν άλλη Πυθία – με τη φωνή, τους στίχους και με την παρουσία της πάνω κι εκτός της σκηνής – κατάφερε η Φένια να το επικοινωνήσει με όλους όσους παραβρέθηκαν στην προχθεσινή παρουσίαση.

Κλείνοντας δεν μένουν πολλά για να πει κανείς, να προτείνω μόνο από την πλευρά μου να αναζητήσετε τη δουλειά της Φένιας Χρήστου, μια δουλειά πραγματικά χειροποίητη και από μια μουσικό που έχει, και θα δώσει, πάρα πολλά στη συνέχεια.

Tο cd πωλείται στα Χανιά στο θέατρο Κυδωνία στην τιμή των 10€.

Αγώνας της Κρήτης (19/7/2018)

Τρίτη 19 Ιουνίου 2018

Σχόλιο για την αναγέννηση του χανιώτικου θεάτρου

  

Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης

Υπάρχουν δύο κατηγορίες… Χανιωτών: αυτοί που συμμετέχουν σε θεατρικές ομάδες, σχολές και πρωτοβουλίες (μαζί με το ανάλογο κοινό) κι αυτοί που δεν έχουν πάει ούτε σε μία θεατρική παράσταση ή που προτιμούν παραστάσεις που αναπαράγουν μια φτηνή, τηλεοπτική αντίληψη μέσα στο θέατρο που προέρχεται κυρίως από αθηναϊκούς θίασους. Να πω εδώ ότι αυτή η θέση βέβαια δεν αποτελεί κάποια δική μου πρωτότυπη σκέψη αλλά μια απλή διαπίστωση που μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε ασχολείται ή παρακολουθεί (έστω στα γρήγορα, πολύ επιφανειακά και βέβαια όσο του επιτρέπει η τσέπη του) τα θεατρικά δρώμενα στην πόλη μας.

Στα συγκεκριμένα τώρα αξίζει να σημειωθεί ότι ο κόσμος που ασχολείται είτε ερασιτεχνικά ή κάπως πιο επαγγελματικά με το θέατρο -τουλάχιστον στο καλλιτεχνικό/αισθητικό επίπεδο-  είτε μέσα από τις δομές του ΔΗΠΕΘΕΚ (που δυστυχώς παραπέει ανάμεσα στην αδιαφορία της κρατικής και της ντόπιας πολιτικής εξουσίας), είτε μέσα από τις διάφορες ερασιτεχνικές ομάδες είναι συγκεκριμένος: οι περισσότεροι θεατές/συμμετέχοντες είναι δημοκρατικών αντιλήψεων ή ακόμα -χωρίς αυτό να αποτελεί κανόνα- έχουν περάσει (ή και παραμένουν) στο λεγόμενο κίνημα. Θα έλεγα μάλιστα, με μια κάπως ριψοκίνδυνη κι ωμή διάσταση (περισσότερο διαισθητικά κι όχι με χειροπιαστές αποδείξεις), πως αρκετοί από αυτούς ψάχνουν στο θέατρο μια άλλη αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων που ίσως συμπληρώνει/συνδυάζει ή και αντικαθιστά ανά περίπτωση(;) την πολιτική δράση.

Είναι κι αυτοί που έχουν βέβαια παράλληλη αγωνιστική δράση. Το κοινό βέβαια είναι μάλλον συγκεκριμένο (αλλά αυξάνεται – αγνοώ με ποιά ταχύτητα) και παρακολουθεί όλα τα έργα όλων των ομάδων. Δεν κάνει, και πολύ σωστά, διακρίσεις – αφού οι ομάδες μας είναι καλλιτεχνικά και θεματικά άρτιες, όχι όλες βέβαια αλλά αυτό οφείλεται μόνο στο ότι τώρα, αυτή την στιγμή, ψάχνουν τον δρόμο τους. Αυτό βέβαια δεν αποκλείει ότι έχουμε παρακολουθήσει πολύ πρόσφατα ορισμένες θαυμάσιες παραστάσεις από νεότατες θεατρικές ομάδες.

Παράλληλα, υπάρχει και το τηλεοπτικό κοινό του θεάτρου που δεν πατάει πόδι σε καμιά παράσταση εάν δεν πρωταγωνιστεί ένας τηλεοπτικός (έστω και κινηματογραφικός) αστέρας. Αυτό δυστυχώς δεν είναι κάτι που μπορούμε να παραβλέψουμε. Όμως η καλοδεχούμενη ανάπτυξη (αναγέννηση μάλλον) του θεάτρου στα Χανιά και το αντίστοιχο, νέο, κοινό δεν είναι μια περιορισμένη διαδικασία με ορατή ημερομηνία λήξης αλλά μια διαδικασία που απλώνει τα φτερά της και που αγκαλιάζει ολόκληρη την τοπική κοινωνία με έργα πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου, για τον πόλεμο και τους πρόσφυγες, με φάρσες και με σάτιρα της σύγχρονης ηθικής και άλλα πολλά. Έτσι έρχεται και το νέο κοινό.

Το πόσο θα κρατήσει όλο αυτό (συνολικά και όσο αφορά κάθε ομάδα ξεχωριστά ώστε να διατηρηθεί ο χαρακτήρας που έχει ως ένα πρωτοπόρο φαινόμενο αντί να γίνει απλώς μια μόδα…) είναι ανοιχτό. Γι’ αυτό δύο πράγματα πρέπει να έχουμε ξεκάθαρα: 1) η αναγέννηση του τοπικού θεάτρου δεν αποτελεί μόνο μία εικόνα της υπαρκτής ανάγκης για έκφραση μέσα σε ένα κόσμο παρακμής αλλά έχει άμεση σχέση και σύνδεση με τους αγώνες (έστω και μέσα από μια ενδιάμεση διαδικασία) στην πόλη μας ενάντια στα μνημόνια, στον ρατσισμό και τον φασισμό, κόντρα στην κοινωνική εξαθλίωση και υπέρ του δημοσίου χώρου και 2) ότι χρειάζεται την αδέσμευτη (και κριτική πάντα) στήριξη μας. Και την συμμετοχή μας, φυσικά.

Αγώνας της Κρήτης (19/6/2018)